Ο Μάριος τακτοποιούσε το δωμάτιό του. Αυτή τη φορά τον περίμενε. Ήταν σχεδόν σίγουρος ότι θα έρθει. Έτσι κι έγινε μετά από λίγο. Ο Συνομιλητής άνοιξε την πορτά και κοντοστάθηκε. Ο Μάριος τον κοίταξε. Πήρε μια κιμωλία, ζωγράφισε ένα κύκλο στο πάτωμα και κοντοστάθηκε εκεί στη μέση του κύκλου. Περίμενε.
-Γιατί στέκεσαι εκεί;
-Αυτός είμαι. Αυτός είναι ο μικρόκοσμος που κάθε μέρα δημιουργώ για μένα. Όποιος με βγάζει από εδώ με πονάει. Με πληγώνει.
-Βγαίνεις και μόνος σου όμως. Και βγαίνεις για πολύ καιρό.
-Τότε πάω στο Μεγάλο Καταφύγιο. Εκεί να δεις ασφάλεια.
-Ώστε λοιπόν είναι η ασφάλεια που γυρεύεις τόσο καιρό; Δεν είναι η ευτυχία; Δεν είναι το καινούριο και το διαφορετικό;
-Όχι.
-Κι όμως έτσι μου έδινες να καταλάβω. Η ασφάλεια είναι για τους μικρούς Μάριε.
-Μικρός είμαι κι εγώ. Με κουράζει να θέλω να είμαι κάτι που δεν μπορώ.
-Τι;
-Δυνατός.
-Η δύναμη δεν είναι αυτό που νόμιζεις.
-Και τι είναι;
-Συναίσθηση.
-Τι θα κάνω; πώς θα ζήσω την ζωή μου; Σ' ένα καβούκι; Σ' ένα ψέμμα; Σ΄ένα κόσμο πουθα φτιάξω για μένα;
-Πώς την έχεις ζήσει ως τώρα;
-...
-Η ζωή δεν είναι ένα πρόγραμμα. Είναι μια καθημερινή απόφαση. Μείνε στο μικροκόσμό σου αν αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι περισσότερο ασφαλής. Μη μένεις όμως εκεί. Γιατί ο κόσμος σου μπορεί να σε σκλαβώσει για πάντα. Γίνε πιο δυνατός απ' το δημιούργημά σου.
Είσαι πληγωμένος τώρα. Ανάρρωσε. Κι όταν αναρρώνεις μη σκέφτεσαι το μέλλον. Εστίασε στο τώρα. Στη γιατρειά σου. Μείνε εκεί μα προετοιμάσου. Κύματα θα έρχονται κάθε μέρα. Καλή δύναμη.
Ο Συνομιλητής έκλεισε ήρεμα την πόρτα πίσω του. Ο Μάριος έμεινε εκεί. Δάκρυα έτρεχαν απ' τα μάτια του. Δεν μπορούσε να τα σταματήσει. Έμεινε εκεί ακίνητος για λίγο. Κοίταξε κάτω το μικρό κύκλο που πριν λίγο είχε χαράξει. Σκούπισε τα δάκρυά του με τα μανίκια της μπλούζας του.
"Τελικά, εμείς διαλέγουμε που ζούμε", είπε. "Εμείς διαλέγουμε αυτό που ζούμε".
(το πρώτο ποστ από τους Διαλόγους μπορείτε να το βρείτε εδώ)