Saturday 10 June 2006

Γονείς in UK - part I (a.k.a Mishandled Luggage)

Η ορκωμοσία ήταν μια καλή αφορμή. Οι γονείς θα ερχόταν στην Αγγλία για κάτι λιγότερο από μια βδομάδα. Την Τετάρτη που μας πέρασε τους παρέλαβα απ' το αεροδρόμιο. Τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα είχα σχεδιάσει...

Τι έκανα εγώ:
Τις τελευταίες μέρες προτού έρθουν ήμουν σε υπερένταση. Συναγερμός. Η επιθεώρηση πλησιάζει. Καθάρισα το δωμάτιο, το σκούπισα, το ξεσκόνισα, το ξανασκούπισα, το τακτοποίησα. Μετά ήταν τα ρούχα. Πλύσιμο, σιδέρωμα, προσεκτικό δίπλωμα και τακτοποίηση στην ντουλάπα και στα συρτάρια έτσι ωστε να δείχνουν ότι ήταν πάντα εκεί. Ο λόγος; Η (κλασσική) ελληνίδα μάνα εφορμά. Σε περίπτωση που δει ίχνος σκόνης ή άπλυτο ρούχο κλειδώνεται στο σπίτι, βάζει το φακιόλι και χτυπάει 8ωρα. Και δεν το θέλουμε αυτό ε; Θέλουμε να είμαστε ανεξάρτητοι εργένηδες (ή έστω να δείχνουμε έτσι...).

Μετά ήταν το νεοαποκτηθέν αυτοκίνητο. Πλύσιμο μέσα έξω, σκούπισμα, γυάλισμα. Ο μπαμπάς έχει αδυναμία στα καθαρά αυτοκίνητα. Δεν ήταν σε τραγική κατάσταση, το αντίθετο θα έλεγα απλά τα στάνταρ ήταν υψηλά. Μέχρι και το μεσημέρι της Τετάρτης έτρεχα σαν το Βέγγο. Καθάριζα, συμμάζευα, οργάνωνα την άφιξη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Δεν ήθελα τίποτα να προξενήσει την ανησυχία των γονέων. Ίσα ίσα επειδή ερχόταν για λίγες μέρες ήθελα να περάσουν όμορφα, χωρίς έγνοιες για μένα. Απλά να διασκεδάσουν λίγες μέρες στο εξωτερικό. Έτσι λοιπόν λίγο πριν φύγω όλα ήταν τέλεια, με έμφαση στο δωμάτιο και το αυτοκίνητο. Έκανα μια τελευταία επιθεώρηση, απομάκρυνα τους τελευταίους κόκκους σκόνης, τέντωσα το κρεββάτι για πέμπτη φορά [αυτή η υστερία κρύβει τίποτα;], χαμογέλασα που όλα ήταν in plαce και έκλεισα την πορτα ικανοποιημένος.
Μπήκα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα το ταξίδι για το αεροδρόμιο...

Τι έκαναν αυτοί:
Η ιστορία τους ξεκινάει από τη στιγμή που η μητέρα μου μαζί με τις υπόλοιπες ετοιμασίες για το ταξίδι πλήρωνε στο ταμείο ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι για το μωρό ένος φίλου μου, που ήθελε να του πάρει κάτι. Το παιχνίδι είχε μπαταρίες.

Η επόμενη σκηνή παίζεται το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης. Περνώντας οι γονείς μου τον έλεγχο, χτυπάει το παιχνίδι στο μηχάνημα και σταματάνε την μητέρα μου με την μία βαλίτσα. Ο πατέρας μου αντί να περιμένει προχωράει στο check-in για να αφήσει απλά τη βαλίτσα στην αλυσίδα και να γυρίσει να δει που κόλλησε η μητέρα μου. Ήταν οι πρώτοι κι έτσι δεν υπήρχε ουρά. Όταν πέρασε η μητέρα μου τον έλεγχο προχώρησαν μαζί στο check-in και τοποθέτησαν και τη δεύτερη βαλίτσα την αλυσίδα. Η υπάλληλος πέρασε την ταινία με τον προορισμό στην δεύτερη αποσκευή μόνο, αφήνοντας ορφανή την πρώτη.
Οι γονείς επιβιβάστηκαν στο αεροπλάνο και ξεκίνησαν το ταξίδι τους...

Τι διαδραματίστηκε στο αεροδρόμιο:
Έφτασα εγκαίρως στο αεροδρόμιο. Πήρα τον καφέ μου κι ένα περιοδικό και περίμενα να περάσει η ώρα. Δέκα λεπτά πριν την προσγείωση κατέβηκα κάτω στις αφίξεις. Μετά από λίγο και σύμφωνα πάντα με τον πίνακα αφίξεων, η πτήση από Θεσσαλονίκη είχε προσγειωθεί. Μετά από λίγο περισσότερο οι αποσκευές ήταν στην αλυσίδα παραλαβής και οι πρώτοι επιβάτες άρχισαν να εμφανίζονται. Σηκώθηκα όρθιος και έβαλα το καλό μου χαμόγελο. Θα τους έβλεπα από μακριά. Κάθησα μετά από λίγο αφού αργούσαν να βγούν. Ξανασηκώθηκα. Ξανακάθησα. Κοίταξα τον πίνακα. Η πτήση είχε σβηστεί απ' το πίνακα άρα η παραλαβή των αποσκευών είχε τελειώσει. Τι είχε γίνει;

Οι γονείς μαζί με τους υπόλοιπους επιβάτες της πτήσης περίμεναν με ανυπομονησία τις βαλίτσες. Είμαι σίγουρος ότι ανυπομονούσαν να με δουνε όσο κι εγώ. Η μεγάλη βαλίτσα με τα ρούχα βγήκε. Την πήραν. Η άλλη, η τσάντα με τα τρόφιμα και τα παπούτσια όχι. Σιγά σιγά οι πρώην επιβάτες αραίωναν. Το ίδιο και οι βαλίτσες στην αλυσίδα. Και η δεύτερη τσάντα πουθενά.

Όταν δοκίμασα να πάρω τηλέφωνο, διαπίστωσα πως η μητέρα μου το είχε ανοιχτό. Έντρομος διαπίστωσα πως μία τους αποσκευή δεν είχε κάνει την (αναμενόμενη) εμφάνισή της και οι γονείς μου βρισκόταν στο γραφείο απολεσθέντων της εταιρείας προσπαθώντας να καταλάβουν τι πήγε στραβά. Και μόνο στη σκέψη ότι οι γονείς μου προσπαθούν να συννενοηθούν για μια χαμένη βαλίτσα με τους Άγγλους με ανατρίχιασε. Θύμωσα που ενώ ήμουν λίγο παρακεί -αν και προσπάθησα- δεν μπόρεσα να πάω να βοηθήσω.

Η συνάντησή μας δεν πήγε καθόλου όπως την είχα σχεδιάσει. Όταν τελείωσαν τα διαδικαστικά και βγήκαν, ήταν και οι δυό κατσουφισμένοι και ταλαιπωρημένοι. Προσπάθησα να τους φτιάξω τη διάθεση αλλά μάταια. Το κακό ήταν μεγάλο. Χάθηκαν τα ντολμαδάκια, οι κεφτέδες και τα καλά τους παπούτσια. 'Μα το βασικό είναι ότι είμαστε μαζί. Ότι είμαστε καλά! Σε όλους συμβαίνουν μια στις τόσες και σίγουρα θα την βρούν και θα μας την στείλουν αύριο πρωί πρωί'. Δεν ξέρω αν εγώ ο ίδιος πίστευα αυτά που έλεγα. Στεναχωρέθηκα που ενώ βρεθήκαμε, αυτοί ήταν έτσι. Χάλασε η χαρά από μια βλακεία. Ούτε το νεοαποκτηθέν (και καθαρισμένο) αυτοκίνητο τους άλλαξε τη διάθεση. Οι κλασσικές παρατηρήσεις του μπαμπά για την οδήγησή μου. Μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ.

Φτάσαμε με το καλό. Ούτε κουβέντα για το δωμάτιο-βιτρίνα. Περνάει απαρατήρητο και τους καταλαβαίνω. Δεν έχει σημασία το δωμάτιο γι' αυτούς [που εδώ που τα λέμε ήταν απλά καθαρό και συμμαζεμένο -κάτι που υποτίθεται ότι πάντα είναι...]. Έχει σημασία να φάει ο γιος τους σπιτικό φαγητό που μαγειρεύτηκε νωρίς το πρωί πριν την πτήση για να είναι όσο γίνεται φρέσκο. Αντ' αυτού οι κόποι τους αγνοούνται εξαιτίας των σκοτεινών κυκωκλωμάτων των αεροδρομίων. Πέφτουμε να κοιμηθούμε. Αύριο είναι μια άλλη μέρα. Μα το μυαλό όλων μας είναι σε αυτή τη γαμ***νη τη βαλίτσα... Στο μυαλό των γονιών μου, γιατί υποτίθεται ότι εγώ στεναχωρέθηκα που χάθηκε η φέτα και τα ντολμαδάκια. Στο μυαλό το δικό μου, γιατί αποτέλεσε αφορμή να χαλάστούνε αυτοί.

Μια βαλίτσα λοιπόν [ή η απώλειά της] είναι αρκετη να μας στεναχωρέσει στην ιδέα ότι στεναχωρέθηκε ο άλλος... Άτιμη πολυπλοκότητα!